-
1 изображение
1. (картина, рисунок) η εικόν/α, η απεικόνισηувеличивать - μεγεθύνω την -, κάνω μεγέθυνση της - αςуменьшать - σμικρύνω/μικραίνω την -, κάνω σμίκρυνση της - αςрадиолокационное - η εικόνα/το στίγμα στο ραντάρрезкое - έντονη -, ευδιάκριτη -2. опт. η εικόναраздвоенное (тлв.) - διπλή -чёткое - ευδιάκριτη -, καθαρή -3. мат. το σχήμα, η παράσταση· аксонометрическое - αξονομετρικό - 4. (действие) η αναπαράσταση, η απεικόνισηграфическое - γραφική -, το διάγραμμαтопографическое - τοπογραφική -, η τοπογραφική αποτύπωσηРусско-греческий словарь научных и технических терминов > изображение
-
2 литьё
1. (процесс) мет. η χύτευσηмашинное (лит.) - μηχανική -2. (изделие) το χυτό αντικείμενοРусско-греческий словарь научных и технических терминов > литьё
-
3 стекло
η ύαλος, разг. το γυαλίармированное - ενισχυμένη -, οπλισμένη -витринное - ο υαλοπίνακας των προθηκών/βιτρινώνводомерное - ο υδατοδείκτης, ο υδροδείκτηςлистовое - οι υαλοπίνακες (πλ.)лобовое - (авто) το αλε-ξήνεμο, το αλεξιανέμιο, разг. το παρμπρίζ (ξεν.)натриевое - βοημική -, η στεφανύαλοςнепрозрачное - θολή -, αδιαφανής -оконное - ο υαλοπίνακας, το κρύσταλλοο κρύσταλλος, разг. το τζάμιочковое - για ομματογυάλια/γυαλιάпрофильное - см. стеклопрофилитсвинцовое - με βάση μολύβδου, η μολυβδύαλοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > стекло
-
4 телевидение
η τηλεόρασηчерно-белое - см. монохромное -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > телевидение